- θαυμασίας
- θαυμασίᾱς , θαυμάσιοςwonderfulfem acc plθαυμασίᾱς , θαυμάσιοςwonderfulfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αρχιτεκτονική — Επιστήμη που αναφέρεται στην τέχνη της οικοδομικής και στους διάφορους ρυθμούς της. Ο όρος, στην ευρύτερη έννοιά του, σημαίνει την τεχνική και την επιστήμη της κατασκευής. Όπως δείχνει η ετυμολογία του, ο όρος αρχιτέκτονας προϋπέθετε, ήδη στην… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
μεγαλόπολη — Ημιορεινή κωμόπολη (υψόμ. 430 μ., 5.114 κάτ.), του νομού Αρκαδίας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Χτισμένη κοντά στα ερείπια της ομώνυμης αρχαίας πόλης, η Μ. είναι η μεγαλύτερη κωμόπολη του νομού Αρκαδίας και μεταξύ 1961 και 1971 παρουσίασε τη … Dictionary of Greek
Γενεύη — (γαλλ. Genéve, ιταλ. Ginevra, γερμ. Genf). Πόλη (175.000 κάτ. το 2000) της δυτικής Ελβετίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου καντονιού (282 τ. χλμ., 408.800 κάτ. το 2000). Βρίσκεται κοντά στα γαλλικά σύνορα, στο νοτιοδυτικό άκρο της ομώνυμης λίμνης. Τον… … Dictionary of Greek
Μάκιντος, Τσαρλς Ρένι — (Charles Rennie Mackintosh, Γλασκόβη 1868 – Λονδίνο 1928). Βρετανός αρχιτέκτονας και μορφολόγος σχεδιαστής. Θεωρείται από τους πρωτοπόρους της μοντέρνας αρχιτεκτονικής. Από το 1885 έως το 1889 σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Γλασκόβης και σε… … Dictionary of Greek
Τόκιο — Πόλη (11.680.282 κάτ.) της κεντρικής Ιαπωνίας, στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού Χονσού, πρωτεύουσα του κράτους και του ομώνυμου νομού (2.166 τ. χλμ.). Βρίσκεται στη βόρεια ακτή του ομώνυμου κόλπου, στα όρια της Πεδιάδας Καντό, και απλώνεται… … Dictionary of Greek
Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… … Dictionary of Greek
Φολέγανδρος — Μακρόστενο νησί (32 τ. χλμ.), που ανήκει στον νομό Κυκλάδων και αποτελεί κοινότητα. Βρίσκεται ανάμεσα στη Σίφνο και στη Σίκινο, με μέγιστο μήκος 13 χλμ. και μέγιστο πλάτος 5 χλμ. Το νησί είναι άγονο, με κρυσταλλικά πετρώματα. Πρωτεύουσα του… … Dictionary of Greek